Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ευρωμηχανισμός οι ευρωμηχανισμοί
      γενική του ευρωμηχανισμού των ευρωμηχανισμών
    αιτιατική τον ευρωμηχανισμό τους ευρωμηχανισμούς
     κλητική ευρωμηχανισμέ ευρωμηχανισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ευρωμηχανισμός < ευρω- + μηχανισμός

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /e.vɾo.mi.xa.niˈzmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ευ‐ρω‐μη‐χα‐νι‐σμός

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ευρωμηχανισμός αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr