ευδαίμονας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ευδαίμονας < αρχαία ελληνική εὐδαίμων
Ουσιαστικό
επεξεργασίαευδαίμονας αρσενικό
- άλλη μορφή του ευδαίμων
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη ευδαίμων
Μεταφράσεις
επεξεργασία ευδαίμονας
|