Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εντολοδότρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Συνώνυμα
1.2.3
Αντώνυμα
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
εντολοδότρι
α
οι
εντολοδότρι
ες
γενική
της
εντολοδότρι
ας
των
εντολοδοτρι
ών
αιτιατική
την
εντολοδότρι
α
τις
εντολοδότρι
ες
κλητική
εντολοδότρι
α
εντολοδότρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εντολοδότρια
<
εντολοδότης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εντολοδότρια
θηλυκό
αυτή που δίνει
εντολή
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
εντολή
Συνώνυμα
επεξεργασία
εντολέας
Αντώνυμα
επεξεργασία
εντολοδόχος