↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ενδυματολογία οι ενδυματολογίες
      γενική της ενδυματολογίας των ενδυματολογιών
    αιτιατική την ενδυματολογία τις ενδυματολογίες
     κλητική ενδυματολογία ενδυματολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ενδυματολογία < (μαρτυρείται από το 1893) ένδυμα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ενδυματολογία θηλυκό

  • η συστηματική ενασχόληση με την επιλογή του ρουχισμού, αλλά και το σχεδιασμό και την κατασκευή ενδυμάτων που θα φορούν οι ηθοποιοί και οι κομπάρσοι σε έργα

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία