Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εμψυχώτρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
εμψυχώτρι
α
οι
εμψυχώτρι
ες
γενική
της
εμψυχώτρι
ας
των
εμψυχωτρι
ών
αιτιατική
την
εμψυχώτρι
α
τις
εμψυχώτρι
ες
κλητική
εμψυχώτρι
α
εμψυχώτρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εμψυχώτρια
<
εμψυχωτής
+
-τρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εμψυχώτρια
θηλυκό
(
επάγγελμα
)
θηλυκό
του
εμψυχωτής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εμψυχώτρια