Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εμποδίστρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
εμποδίστρι
α
οι
εμποδίστρι
ες
γενική
της
εμποδίστρι
ας
των
εμποδιστρι
ών
αιτιατική
την
εμποδίστρι
α
τις
εμποδίστρι
ες
κλητική
εμποδίστρι
α
εμποδίστρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εμποδίστρια
<
εμποδιστής
+
-τρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εμποδίστρια
θηλυκό
→
δείτε
τη λέξη
εμποδιστής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εμποδίστρια