εθνοφρουρός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εθνοφρουρός < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαεθνοφρουρός αρσενικό
- στρατιώτης που υπηρετεί στην εθνοφρουρά
Μεταφράσεις
επεξεργασία εθνοφρουρός
|
εθνοφρουρός αρσενικό
|