δωδεκαδακτυλογαστρεκτομή

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η δωδεκαδακτυλογαστρεκτομή οι δωδεκαδακτυλογαστρεκτομές
      γενική της δωδεκαδακτυλογαστρεκτομής των δωδεκαδακτυλογαστρεκτομών
    αιτιατική τη δωδεκαδακτυλογαστρεκτομή τις δωδεκαδακτυλογαστρεκτομές
     κλητική δωδεκαδακτυλογαστρεκτομή δωδεκαδακτυλογαστρεκτομές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
δωδεκαδακτυλογαστρεκτομή < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική gastroduodenectomy. Μορφολογικά αναλύεται σε δωδεκαδάκτυλο + γαστρεκτομή

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

δωδεκαδακτυλογαστρεκτομή θηλυκό

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • ο όρος δεν φαίνεται να έχει χρήση

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.