Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια,
ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης.

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο δημιουργιστής οι δημιουργιστές
      γενική του δημιουργιστή των δημιουργιστών
    αιτιατική τον δημιουργιστή τους δημιουργιστές
     κλητική δημιουργιστή δημιουργιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

δημιουργιστής < δημιουργία + -ιστής

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δημιουργιστής αρσενικό

  • το άτομο που ενστερνίζεται τη θρησκευτική πίστη πως το σύμπαν και η ζωή δημιουργήθηκε εκ του μηδενός από μια θεϊκή οντότητα, απορρίπτοντας κατά αυτό τον τρόπο τις γνωστές επιστημονικές εξηγήσεις σχετικά με τη δημουργία του κόσμου και ειδικότερα την εξελικτική βιολογία.

  Μεταφράσεις επεξεργασία