δευτεραγωνίστρια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- δευτεραγωνίστρια < δευτεραγωνιστής + -τρια
Ουσιαστικό επεξεργασία
δευτεραγωνίστρια θηλυκό
- → δείτε τη λέξη δευτεραγωνιστής
Μεταφράσεις επεξεργασία
δευτεραγωνίστρια
|
δευτεραγωνίστρια θηλυκό
|