Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο δειγματοχώρος οι δειγματοχώροι
      γενική του δειγματοχώρου των δειγματοχώρων
    αιτιατική τον δειγματοχώρο τους δειγματοχώρους
     κλητική δειγματοχώρε δειγματοχώροι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

δειγματοχώρος < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δειγματοχώρος αρσενικό

Συνώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία