Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο δείπνος οι δείπνοι
      γενική του δείπνου των δείπνων
    αιτιατική τον δείπνο τους δείπνους
     κλητική δείπνε δείπνοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

δείπνος < ελληνιστική δεῖπνος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δείπνος αρσενικό

Εκφράσεις επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία