Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δασοπροστασία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
δασοπροστασί
α
οι
δασοπροστασί
ες
γενική
της
δασοπροστασί
ας
των
δασοπροστασι
ών
αιτιατική
τη
δασοπροστασί
α
τις
δασοπροστασί
ες
κλητική
δασοπροστασί
α
δασοπροστασί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
δασοπροστασία
<
δάσος
+
-ο-
+
προστασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
δασοπροστασία
θηλυκό
η
προστασία
των
δασών
(μέτρα για την προστασία των δασών)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δασοπροστασία