δαιμονολόγι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | δαιμονολόγι | τα | δαιμονολόγια |
γενική | του | δαιμονολογιού | των | δαιμονολογιών |
αιτιατική | το | δαιμονολόγι | τα | δαιμονολόγια |
κλητική | δαιμονολόγι | δαιμονολόγια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαδαιμονολόγι ουδέτερο
- (λογοτεχνικό, νεολογισμός, περιληπτικό) όλοι οι δαίμονες
- ※ Σελήνη Ελένη αναβρυτή
Κάποιου το δάκρυ που δεν έδειξες τη σκοτεινή καρδιά θα τιμωρεί
και δεν αντέχει κοίτα στο λιγούλι γιασεμί της νύχτας όλο το δαιμονολόγι- Απόσπασμα στίχων από το ποίημα ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ, Η ΕΛΕΝΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΠΛΑΙ (1960) του ⌘ Οδυσσέα Ελύτη.
- ※ Σελήνη Ελένη αναβρυτή
Μεταφράσεις
επεξεργασία δαιμονολόγι
|