γουλιανός
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- γουλιανός < αρχαία ελληνική γλάνις
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /ɣu.ʎa.ˈnɔs/
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
γουλιανός αρσενικό
- (ιχθυολογία) είδος ψαριού του γλυκού νερού (Silurus glanis)
γουλιανός αρσενικό