γκλομπαλιστής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαγκλομπαλιστής αρσενικό, θηλυκό γκλομπαλίστρια
- ο οπαδός του γκλομπαλισμού
Μεταφράσεις
επεξεργασία γκλομπαλιστής
|
γκλομπαλιστής αρσενικό, θηλυκό γκλομπαλίστρια
|