↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η γεωφαγία
      γενική της γεωφαγίας
    αιτιατική τη γεωφαγία
     κλητική γεωφαγία
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
γεωφαγία (μαρτυρείται από το 1874)[1] < γεωφάγος. Μορφολογικά αναλύεται σε γεω- + -φαγία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

γεωφαγία θηλυκό, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. σελ. 243, Τόμος Α΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου