Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γαρνίρισμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
γαρνίρισμα
τα
γαρνιρίσμα
τ
α
γενική
του
γαρνιρίσμα
τ
ος
των
γαρνιρισμά
τ
ων
αιτιατική
το
γαρνίρισμα
τα
γαρνιρίσμα
τ
α
κλητική
γαρνίρισμα
γαρνιρίσμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
γαρνίρισμα
<
γαρνίρω
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γαρνίρισμα
ουδέτερο
διακόσμηση φαγητού με
γαρνιτούρα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
γαρνίρισμα