↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο βοηλάτης οι βοηλάτες
      γενική του βοηλάτη των βοηλατών
    αιτιατική τον βοηλάτη τους βοηλάτες
     κλητική βοηλάτη βοηλάτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
βοηλάτης < αρχαία ελληνική βοηλάτης

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

βοηλάτης αρσενικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



ζητούμενο λήμμα