βιοαστροχημεία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία el
επεξεργασίαβιοαστροχημεία < βιο- + αστροχημεία
Προφορά
επεξεργασία/?/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαβιοαστροχημεία (el) θηλυκό, ενικός
- πλήρη πειραματικά και θεωρητικά μοντέλα όλης τις ιστορίας της ζωής