Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το βαλελίκι τα βαλελίκια
      γενική του βαλελικιού των βαλελικιών
    αιτιατική το βαλελίκι τα βαλελίκια
     κλητική βαλελίκι βαλελίκια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

βαλελίκι < τουρκική valilik

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βαλελίκι ουδέτερο

  • διοικητική περιφέρεια υπό τη διοίκηση του βαλή

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία