Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το βαλανίδι τα βαλανίδια
      γενική του βαλανιδιού των βαλανιδιών
    αιτιατική το βαλανίδι τα βαλανίδια
     κλητική βαλανίδι βαλανίδια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

βαλανίδι < αρχαία ελληνική βάλανος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βαλανίδι ουδέτερο και βελανίδι

  Μεταφράσεις επεξεργασία