Δείτε επίσης: Βίβλος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

βίβλος < αρχαία ελληνική βίβλος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βίβλος θηλυκό

  1. Για τα θρησκευτικά έγγραφα, δείτε Βίβλος
  2. το βιβλίο της Βίβλου
    Γιαγιά, έχεις μια Βίβλο να βρω κάτι για το μάθημα των Θρησκευτικών;
  3. Κάθε συλλογή επισήμων εγγράφων
    η Λευκή Βίβλος (White Paper) (συλλογή ντοκουμέντων και προτάσεων για θέματα εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής προκειμένου οι ενδιαφερόμενοι να διαμορφώσουν σαφέστερη άποψη)
    Η Μαύρη Βίβλος (τα "μαύρα κατάστιχα" για διάφορα πολιτικά θέματα)
    Η Χρυσή Βίβλος (Libro d' Oro) (βιβλίο στο οποίο έγραφαν οι Ιταλοί με χρυσό τα ονόματα των επιφανέστερων οικογενειών κάθε πόλης και που αντίστοιχο κρατήθηκε για μικρό διάστημα και στα Επτάνησα)
    Η Πράσινη Βίβλος για τα ευρωομόλογα, Κόκκινη Βίβλος κ.λπ.
    Η Αιγυπτιακή Βίβλος των Νεκρών
  4. (μεταφορικά) κάθε βιβλίο ή σύνολο συστηματοποιημένων εγγράφων προτάσεων που το έγραψε αυθεντία ή είναι πολύτιμο σε ένα τομέα ή το περιεχόμενο του για διάφορους λόγους δεν αμφισβητείται
    Η Βίβλος των Μωαμεθανών είναι το Κοράνι (το ιερό τους βιβλίο δηλαδή)
    Αυτή είναι η νέα Βίβλος της οικονομίας
    Αυτό το λεξικό είναι Βίβλος για τον καθηγητή σου, μην κακοχαρακτηρίζεις το συγγαραφέα του
  5. βίβλος λεγόταν καταχρηστικά τον περασμένο αιώνα και το βιβλίο

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

βίβλος < βύβλος < Βύβλος (πόλη της Φοινίκης, από όπου εισαγόταν κατεργασμένος πάπυρος) < χαναανικό G-B-L (Gubla), συγγενές με το εβραϊκό גבל (Gebal) και το αραβικό جبيل (λιβανοαραβικό Jbeil)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βίβλος (& βύβλος)

  1. ο αιγυπτιακός πάπυρος για γραφή (ο Cyperus Papyrus)
  2. κύλινδροι παπύρου, ρολά παπύρου
  3. γενικά ο φλοιός
    φελλῶν καὶ βύβλων