αριστοτέχνημα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αριστοτέχνημα < αριστοτέχνη(ς) + -μα[1]
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.ɾi.stoˈte.xni.ma/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐ρι‐στο‐τέ‐χνη‐μα
Ουσιαστικό επεξεργασία
αριστοτέχνημα ουδέτερο
- άριστο έργο τέχνης
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αριστοτέχνημα
→ δείτε τη λέξη αριστούργημα |
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ αριστοτέχνημα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας