απολυμαντήριο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- απολυμαντήριο < απολυμαίνω
Ουσιαστικό επεξεργασία
απολυμαντήριο ουδέτερο
- ο χώρος που είναι ειδικά διαμορφωμένος και εξοπλισμένος για να γίνονται απολυμάνσεις
Μεταφράσεις επεξεργασία
απολυμαντήριο
|