↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αποκρουστικότητα οι αποκρουστικότητες
      γενική της αποκρουστικότητας των αποκρουστικοτήτων
    αιτιατική την αποκρουστικότητα τις αποκρουστικότητες
     κλητική αποκρουστικότητα αποκρουστικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αποκρουστικότητα οι αποκρουστικότητες
      γενική της αποκρουστικότητας των αποκρουστικοτητών
    αιτιατική την αποκρουστικότητα τις αποκρουστικότητες
     κλητική αποκρουστικότητα αποκρουστικότητες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αποκρουστικότητα < αποκρουστικός + -ότητα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αποκρουστικότητα θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία