Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αποθησαυριστής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
αποθησαυριστ
ής
οι
αποθησαυριστ
ές
γενική
του
αποθησαυριστ
ή
των
αποθησαυριστ
ών
αιτιατική
τον
αποθησαυριστ
ή
τους
αποθησαυριστ
ές
κλητική
αποθησαυριστ
ή
αποθησαυριστ
ές
Κατηγορία
όπως «
ποιητής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αποθησαυριστής
<
αποθησαυρίζω
+
-τής
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αποθησαυριστής
αρσενικό
αυτός που
αποθησαυρίζει
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αποθησαυριστής
αγγλικά
:
hoarder
(en)