αντικειμενισμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντικειμενισμός < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αντικειμενισμός αρσενικό
- (φιλοσοφία) θεωρία σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος πρέπει να αποβάλει οτιδήποτε υποκειμενική γνώμη και να διατηρήσει μόνο ό,τι μπορεί να αντιληφθεί μέσω των αισθήσεων
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντικειμενισμός