ανγκορά(1)

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ανγκορά < (άμεσο δάνειο) γαλλική angora < τουρκική Ankara < λατινική Ancyra < αρχαία ελληνική Ἄγκυρα (αντιδάνειο) < ἄγκυρα < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *ang- (γωνία)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ανγκορά ουδέτερο άκλιτο

  1. (θηλαστικό ζώο) είδος κουνελιού με καταγωγή από την τουρκική πόλη Άγκυρα καθώς το ύφασμα που προέρχεται από τη γούνα του
    Ειδικότερα ανκορά ονομάζεται το ύφασμα το οποίο κατασκευάζεται από τη «μεταξένια» γούνα συγκεκριμένων ζώων – κατσίκες, γάτες και κουνέλια, όλα Αγκύρας. (*)
  2. (θηλαστικό ζώο) είδος γάτας με καταγωγή από την τουρκική πόλη Άγκυρα
  3. (θηλαστικό ζώο) είδος κατσίκας με καταγωγή από την τουρκική πόλη Άγκυρα

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία