Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αμυλόκολλα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αμυλόκολλ
α
οι
αμυλόκολλ
ες
γενική
της
αμυλόκολλ
ας
των
αμυλοκολλ
ών
αιτιατική
την
αμυλόκολλ
α
τις
αμυλόκολλ
ες
κλητική
αμυλόκολλ
α
αμυλόκολλ
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αμυλόκολλα
<
άμυλο
+
κόλλα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αμυλόκολλα
θηλυκό
κόλλα
που παρασκευάζεται με
άμυλο
και
νερό
όπως η
αλευρόκολλα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αμυλόκολλα