αμπελουδάκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | αμπελουδάκι | τα | αμπελουδάκια |
γενική | του | αμπελουδακιού | των | αμπελουδακιών |
αιτιατική | το | αμπελουδάκι | τα | αμπελουδάκια |
κλητική | αμπελουδάκι | αμπελουδάκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- αμπελουδάκι < ... ουδάκι + -άκι • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίααμπελουδάκι ουδέτερο (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
- (ιδιωματικό)
- πολύ μικρό αμπέλι με ελάχιστες ρίζες (αντί αμπελάκι)
- *συνήθως) η πολύ μικρή καλλιέργεια αμπέλου σε αυλή, ή μικρό κήπο, ή παρακείμενο της οικίας χώρο με άλλη καλλιέργεια
Μεταφράσεις
επεξεργασίαγια γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε αμπέλι
αμπελουδάκι
|
Πηγές
επεξεργασία- (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)