αλληλοφαγία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αλληλοφαγία < αλληλο- + -φαγία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίααλληλοφαγία θηλυκό, χωρίς πληθυντικό
- έντονη διαμάχη μεταξύ δύο ατόμων
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία αλληλοφαγία
|