• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ακεφιά

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
 προσχέδιο λήμματος: μπορείτε να βοηθήσετε επεκτείνοντάς το λήμμα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ακεφιά οι ακεφιές
      γενική της ακεφιάς των ακεφιών
    αιτιατική την ακεφιά τις ακεφιές
     κλητική ακεφιά ακεφιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ακεφιά < → λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ακεφιά θηλυκό

  • έλλειψη διάθεσης

Συγγενικά

επεξεργασία
  • άκεφος

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ακεφιά
  • γαλλικά : mauvaise humeur (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ακεφιά&oldid=5170873"
Τελευταία επεξεργασία στις 13 Αυγούστου 2021, στις 17:07

Γλώσσες

    • English
    • Français
    • Limburgs
    • Malagasy
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 13 Αυγούστου 2021, στις 17:07.
    • Page was rendered with Parsoid.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας