αεροβιομηχανία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αεροβιομηχανία < αερο- + βιομηχανία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αεροβιομηχανία θηλυκό
- αεροπορική βιομηχανία, βιομηχανία κατασκευής αεροπλάνων ή εξαρτημάτων αυτών
Μεταφράσεις επεξεργασία
αεροβιομηχανία
|