αεραθλητισμός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αεραθλητισμός < αερ- + αθλητισμός
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.e.ɾa.θli.tiˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐ε‐ρα‐θλη‐τι‐σμός
Ουσιαστικό
επεξεργασίααεραθλητισμός αρσενικό
- (αεροπορικός όρος) αθλητισμός που επιδίδεται με αεραθλήματα
Μεταφράσεις
επεξεργασία αεραθλητισμός
|