Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αγκυροβόλιο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
αγκυροβόλι
ο
τα
αγκυροβόλι
α
γενική
του
αγκυροβολί
ου
&
αγκυροβόλι
ου
των
αγκυροβολί
ων
αιτιατική
το
αγκυροβόλι
ο
τα
αγκυροβόλι
α
κλητική
αγκυροβόλι
ο
αγκυροβόλι
α
Κατηγορία
όπως «
πρόσωπο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αγκυροβόλιο
ουδέτερο
άλλη μορφή
του
αγκυροβόλι