αγγελοθεσία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αγγελοθεσία < ελληνιστική άγγελος + θέση
Ουσιαστικό
επεξεργασίααγγελοθεσία θηλυκό
- θέση αγγέλου
- περιοχή αγγέλων
- η θέση αγιογραφίας αγγέλων στους ορθόδοξους χριστιανικούς ναούς, περί ή υπό τον τρούλο
Μεταφράσεις
επεξεργασία αγγελοθεσία
|