αβγοκούλουρα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | αβγοκούλουρα | ||
γενική | των | αβγοκούλουρων | ||
αιτιατική | τα | αβγοκούλουρα | ||
κλητική | αβγοκούλουρα | |||
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- αβγοκούλουρα < αβγο- + κουλούρ(ι) + -α
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.vɣoˈku.lu.ɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐βγο‐κού‐λου‐ρα
Ουσιαστικό
επεξεργασίααβγοκούλουρα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- κουλούρια με (πασχαλινά) αβγά
- ※ Αβγοκούλουρα, τσουρέκια, σοκολάτες, αλκοόλ, ζάχαρη και άφθονα λιπαρά, πάντα σε συνδυασμό με τη γυμναστική που γίνεται άγνωστη λέξη τις ημέρες των γιορτών, είναι πασχαλινές αμαρτίες που τριβελίζουν το μυαλό όταν επανερχόμαστε στην κανονικότητα.
- Πέντε αποτελεσματικοί τρόποι να «σβήσετε» τις θερμίδες του Πάσχα – Ξεκινήστε τώρα!, Πρώτο Θέμα, 7 Μαΐου 2024
- ※ Αβγοκούλουρα, τσουρέκια, σοκολάτες, αλκοόλ, ζάχαρη και άφθονα λιπαρά, πάντα σε συνδυασμό με τη γυμναστική που γίνεται άγνωστη λέξη τις ημέρες των γιορτών, είναι πασχαλινές αμαρτίες που τριβελίζουν το μυαλό όταν επανερχόμαστε στην κανονικότητα.
Άλλες γραφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία αβγοκούλουρα
|
Πηγές
επεξεργασία- αβγοκούλουρα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)