↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αβγοζύγης οι αβγοζύγηδες
      γενική του αβγοζύγη των αβγοζύγηδων
    αιτιατική τον αβγοζύγη τους αβγοζύγηδες
     κλητική αβγοζύγη αβγοζύγηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αβγοζύγης < αβγό + ζύγι (αυτός που ζυγίζει ακόμη και το αβγό και το πουλάει ανάλογα με το βάρος του)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αβγοζύγης αρσενικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία