Ψαλλίδας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Ψαλλίδας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /psaˈli.ðas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ψαλ‐λί‐δας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΨαλλίδας αρσενικό (θηλυκό Ψαλλίδα)
Δείτε επίσης : Ψαλίδας, Ψαλιδάς |
Ψαλλίδας αρσενικό (θηλυκό Ψαλλίδα)