Χόπλαρος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Χόπλαρος < επιφώνημα χοπ λα (χόπ-λα) ή όπ'λα (< χοπ, οπ + λα), παρωνύμιο που δηλώνει εκείνον που χρησιμοποιεί συχνά αυτό το επιφώνημα[1]
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΧόπλαρος αρσενικό (θηλυκό Χόπλαρου ή Χοπλάρου)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Βλ. τη σημείωση αρ. 63*, στο: Μανόλης Τριανταφυλλίδης (²1995), Τα οικογενειακά μας ονόματα, επιμέλεια: Ε.Σ. Στάθης. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). ISBN 960‑231‑010‑3. 1η έκδοση, μεταθανάτια: 1982, σελ. 180.