Φαψεώτης
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Φαψεώτης | οἱ | Φαψεῶται |
γενική | τοῦ | Φαψεώτου | τῶν | Φαψεωτῶν |
δοτική | τῷ | Φαψεώτῃ | τοῖς | Φαψεώταις |
αιτιατική | τὸν | Φαψεώτην | τοὺς | Φαψεώτᾱς |
κλητική ὦ! | Φαψεῶτᾰ | Φαψεῶται | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Φαψεώτᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Φαψεώταιν | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'στρατιώτης' όπως «στρατιώτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Φαψεώτης < + -ώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΦαψεώτης αρσενικό
Πηγές
επεξεργασία- Φαψεώτης - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven