Φάσσας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Φάσσας | οι | Φάσσηδες & Φασσαίοι |
γενική | του | Φάσσα | των | Φάσσηδων & Φασσαίων |
αιτιατική | τον | Φάσσα | τους | Φάσσηδες & Φασσαίους |
κλητική | Φάσσα | Φάσσηδες & Φασσαίοι | ||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Γρίβας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Φάσσας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈfa.sas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Φάσ‐σας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΦάσσας αρσενικό (θηλυκό Φάσσα)