Τσουραπάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Τσουραπάς < τσουραπάς
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /t͡su.ɾaˈpas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τσου‐ρα‐πάς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤσουραπάς αρσενικό (θηλυκό Τσουραπά)
Δείτε επίσης : τσουράπας, τσουραπάς |
Τσουραπάς αρσενικό (θηλυκό Τσουραπά)