Τσομπανέλης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Τσομπανέλης < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /t͡som.baˈne.lis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τσο‐μπα‐νέ‐λης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤσομπανέλης αρσενικό (θηλυκό Τσομπανέλη)