Τσιμίκας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Τσιμίκας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /t͡siˈmi.kas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τσι‐μί‐κας
Κύριο όνομα επεξεργασία
Τσιμίκας αρσενικό (θηλυκό Τσιμίκα)
Τσιμίκας αρσενικό (θηλυκό Τσιμίκα)