Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Τιπάρηνος
      γενική της Τιπαρήνου
    αιτιατική την Τιπάρηνο
     κλητική Τιπάρηνε
Κατηγορία όπως «άμπελος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Τιπάρηνος < (καθαρεύουσα) Τιπάρηνος < λατινική Tiparenos

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /tiˈpa.ɾi.nos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Τι‐πά‐ρη‐νος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Τιπάρηνος θηλυκό, μόνο στον ενικό

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Βλ. ΦΕΚ 12 Α, 6 Απριλίου 1833.
  2. Βλ. Μανόλης Τριανταφυλλίδης (1938), Νεοελληνική γραμματική. Ιστορική εισαγωγή. Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Δημητρίου Δημητράκου, σελ. 99.

  Πηγές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία