Σφραντζής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Σφραντζής < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Σφραντζῆς → δείτε και τη λέξη Φραντζῆς
Κύριο όνομα επεξεργασία
Σφραντζής αρσενικό (θηλυκό Σφραντζή)
Δείτε επίσης : Σφραντζῆς |
Σφραντζής αρσενικό (θηλυκό Σφραντζή)