Δείτε επίσης: Σπατιώτης
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σπαθιώτης οι Σπαθιώτες
      γενική του Σπαθιώτη των Σπαθιωτών
    αιτιατική τον Σπαθιώτη τους Σπαθιώτες
     κλητική Σπαθιώτη Σπαθιώτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Σπαθιώτης < (περιοχή) Σπαθ(ία) + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Σπαθιώτης αρσενικό (θηλυκό: Σπαθιώτη)

Μεταγραφές

επεξεργασία


  Ουσιαστικό

επεξεργασία

Σπαθιώτης αρσενικό (συνήθως στον πληθυντικό: Σπαθιώτες) θηλυκό Σπαθιώτισσα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία