Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σλούκας οι Σλούκες
Σλούκηδες
Σλουκαίοι
      γενική του Σλούκα των
Σλούκηδων
Σλουκαίων
    αιτιατική τον Σλούκα τους Σλούκες
Σλούκηδες
Σλουκαίους
     κλητική Σλούκα Σλούκες
Σλούκηδες
Σλουκαίοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δούκας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σλούκας < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈslu.kas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σλού‐κας

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σλούκας αρσενικό (θηλυκό Σλούκα)

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία